χαλαβόχορτο

χαλαβόχορτο
το, Ν
βοτ. κοινή ονομασία τού φυτού Αrmeria undulata τού γένους αρμερία, γνωστού και ως κοκαλόχορτο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για τ. διαλ. προελεύσεως].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • αλπική χλωρίδα — Η ονομασία αυτή αποδίδεται στο σύνολο των φυτικών ειδών που είναι χαρακτηριστικά των ψηλότερων ορεινών περιοχών. Το κατώτερο όριο του αλπικού περιβάλλοντος ποικίλλει ανάλογα με το γεωγραφικό πλάτος· για τις Άλπεις αντιστοιχεί σε υψόμετρο 1.800… …   Dictionary of Greek

  • αρμερία — (armeria). Γένος ποωδών, πολυετών φυτών της οικογένειας των πλουμβαγινιδών. Είναι φυτά της Ευρώπης, της δυτικής Ασίας, της βόρειας Αφρικής και της Βόρειας Αμερικής που μοιάζουν με γαρύφαλλα. Όλα τα φύλλα βγαίνουν κοντά στην αποξυλωμένη ρίζα και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”